Ο Φώτιος είναι ως σήμερα ένας από τους σημαντικότερους λογίους και πατριάρχες του Βυζαντίου, σημαντικός όχι μόνο για την προσφορά του στα γράμματα και τη λογοτεχνία, αλλά και στη θεολογία της Ορθοδοξίας, σημαντικός επίσης για την ενίσχυση της ισχύος του πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως κατά την περίοδο της πατριαρχίας του (858-867, 877-886) κι όχι μόνο. Ήταν ανεψιός του πατριάρχη Ταρασίου, γιος του αδελφού του πατριάρχη, Σεργίου, και της Ειρήνης, από την πλευρά της οποίας ήταν συγγενής εξ αγχιστείας της αυτοκράτειρας Θεοδώρας, ενώ κάποια συγγένεια φαίνεται πως υπήρχε επίσης με τον μάγιστρο Μανουήλ, επίσης θείο της Θεοδώρας και βασικό συνεργάτη τριών τουλάχιστον αυτοκρατόρων (Λέοντος Ε΄, Μιχαήλ Β΄, Θεοφίλου).
Ο Φώτιος ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του στην πολιτική διοίκηση. Έγινε πρωτασηκρήτις φέροντας τον τίτλο του πρωτοσπαθαρίου και συμμετείχε σε πρεσβεία στους Άραβες, σε χρονολογία που δεν είναι γνωστή. Το 858, όταν ο πατριάρχης Ιγνάτιος εξαναγκάστηκε σε παραίτηση, ο Φώτιος επιλέχθηκε για τον πατριαρχικό θρόνο. Όπως και ο προκάτοχός του όμως, εξαναγκάστηκε σε παραίτηση το 867, μετά τη δολοφονία του Μιχαήλ Γ΄. Ο Βασίλειος Α΄ ωστόσο επανέφερε τον Φώτιο λίγα χρόνια αργότερα, αρχικά ως παιδαγωγό των παιδιών του και στη συνέχεια, μετά τον θάνατο του πατριάρχη Ιγνατίου, ως πατριάρχη για δεύτερη φορά. Η σχέση του Φωτίου με την δυναστεία των Μακεδόνων είναι παράξενη και αυτή η διαπίστωση σχετίζεται με την πιθανή, αλλά όχι ξεκάθαρη, ανάμειξη του Φωτίου σε συνωμοσίες, αρχικά εναντίον του Βασιλείου Α΄, και στη συνέχεια πιθανώς και εναντίον του Λέοντος Στ΄. Η συγγένεια του Φωτίου με την δυναστεία του Αμορίου υποδηλώνει ότι συμμετοχή σε κάποια συνωμοσία δεν μπορεί να αποκλειστεί. Στην πρώτη περίπτωση πάντως (συνωμοσία του Ιωάννη Κουρκούα) συνελήφθησαν πολλά άτομα. Το 886 ο Λέων Στ΄, που ποτέ δεν θεωρούσε καλό σημάδι την μεγάλη επιρροή του Φωτίου στον Βασίλειο Α΄, απομάκρυνε οριστικά τον πατριάρχη και τον παρέπεμψε σε δίκη με την κατηγορία της προδοσίας (έγκλημα καθοσίωσης). Σύμφωνα μάλιστα με μία εκδοχή ο Φώτιος καταδικάστηκε σε εξορία στη μονή Γόρδων, όπου και πέθανε αργότερα, υπάρχει όμως και η εκδοχή ότι επανήλθε λίγο καιρό μετά τη δίκη, εφόσον δεν υπήρξε ολοκληρωτική καταδίκη. Η εικόνα των σχέσεων του Φωτίου με την Μακεδονική δυναστεία συμπληρώνεται με το στοιχείο ότι κατονομάζεται από σύγχρονές του πηγές ως εμπνευστής του μύθου που συνοδεύει την καταγωγή του ιδρυτή της δυναστείας των Μακεδόνων, Βασιλείου Α΄, η οποία τον συνδέει με τους Αρσακίδες βασιλείς της Περσίας, με τον Μεγάλο Κωνσταντίνο και τον Μεγάλο Αλέξανδρο.
Ο πατριάρχης Φώτιος βρίσκεται στο επίκεντρο του λεγόμενου Φωτίειου σχίσματος (863-869), το οποίο ξέσπασε με αφορμή την απομάκρυνση του πατριάρχη Ιγνατίου το 858 και εφόσον υποστηρικτές του απηύθυναν έκκληση στον πάπα της Ρώμης, Νικόλαο Α΄, περί της παράνομης ανόδου του Φωτίου στον πατριαρχικό θρόνο. Κατά τη διάρκεια του σχίσματος ενεπλάκησαν στη διαμάχη ζητήματα που είχαν σχέση με τον προσηλυτισμό των Βουλγάρων στον Χριστιανισμό (εκκλησιαστική δικαιοδοσία), αλλά και θέματα δογματικών και κανονικών διαφορών μεταξύ των δύο εδρών. Έτσι, το 863 ο πάπας Νικόλαος Α΄ σε σύνοδο που συνεκλήθη στη Ρώμη καθαίρεσε τον Φώτιο, ενώ το 867 ο Φώτιος απάντησε με σύνοδο στην οποία αφόρισε τον πάπα Νικόλαο για αίρεση με αφορμή την εκπόρευση του Αγίου Πνεύματος και «ἐκ τοῦ υἱοῦ» (Filioque) που πρέσβευε η Ρωμαϊκή Εκκλησία. Μετά την απομάκρυνσή του ωστόσο στα τέλη του 867, ο Φώτιος καταδικάστηκε επίσημα από την Εκκλησία σε σύνοδο που έγινε το 869-870. Θεωρείται ότι το Φωτίειο σχίσμα τελείωσε με αυτή τη σύνοδο, η οποία αναγνωρίζεται ως οικουμενική από την Εκκλησία της Ρώμης, ωστόσο μία ακόμα σύνοδος που συγκλήθηκε κατά τη δεύτερη πατριαρχία του Φωτίου, το 879, αναγνώρισε επίσημα και εκ μέρους της Ρώμης τη νομιμότητα του Φωτίου ως πατριάρχη. Τα γεγονότα ωστόσο είναι εξόχως σημαντικά ιδιαιτέρως επειδή καταδεικνύουν την αποξένωση μεταξύ ανατολικής και δυτικής Εκκλησίας, η οποία κορυφώνεται στο σχίσμα του 1054.
Η μεγάλη συνεισφορά του πατριάρχη Φωτίου στην αναγέννηση των γραμμάτων στα τέλη του 9ου αι. είναι αναμφισβήτητη και βρίσκεται στις απαρχές του φαινομένου που ονομάζεται στη βυζαντινή ιστορία «πρώτος βυζαντινός ουμανισμός». Μολονότι αμφισβητείται ότι δίδασκε ο ίδιος συστηματικά, το ενδιαφέρον του για την κλασσική παιδεία παρέμεινε ως κατεύθυνση της αναγέννησης αυτής και τον 10ο αι. και από τα έργα του τουλάχιστον τα Αμφιλόχια (επιστολές προς τον Αμφιλόχιο, μητροπολίτη Κυζίκου) μπορεί να θεωρηθεί ότι έχουν εκπαιδευτικό περιεχόμενο. Άγνωστη ωστόσο παραμένει η σχέση του με την αναγεννημένη από τον καίσαρα Βάρδα σχολή της Μαγναύρας και με την λεγόμενη «πατριαρχική ακαδημία», της οποίας αμφισβητείται ακόμα και η ύπαρξη, υπάρχουν ωστόσο μαρτυρίες που υποδηλώνουν ότι, αν δεν λειτουργούσε ένα ανώτατο διδασκαλείο στην οικία του, τότε τουλάχιστον υπήρχε γύρω του ένας λογοτεχνικός κύκλος που συγκεντρωνόταν εκεί για συζητήσεις και έρευνες σε πολλούς κλάδους των επιστημών. Ο Φώτιος υπήρξε πολυγραφότατος και έχει αφήσει, εκτός από την μεγάλη αλληλογραφία του, και έργα θεολογικά, δογματικά και πολεμικά, ομιλίες, κηρύγματα, πανηγυρικούς λόγους με κοσμικό χαρακτήρα και εκφράσεις. Σημαντικότερη συμβολή του στην αρχαιογνωσία υπήρξε η Βιβλιοθήκη ή Μυριόβιβλος, που περιλαμβάνει συνοπτικά τα σχόλιά του για τα έργα που διάβασε στη ζωή του, αναφέρονται εκεί έργα κυρίως ιστορικά και εκκλησιαστικά, αλλά και ρητορικά, φιλοσοφικά, γραμματικά και επιστημονικά (λεξικά, ιατρικά κλπ), και βιογραφίες, συνολικά 281 έργα της αρχαιότητας και της βυζαντινής εποχής, κάποια εκ των οποίων δεν σώζονται πια, και το Λεξικό που περιλαμβάνει 7-8 χιλιάδες λήμματα λέξεων και εκφράσεων συλλεγμένων από τους αττικούς συγγραφείς. Τα γραπτά του Φωτίου, που από κάθε άποψη ήταν χαρισματικός συγγραφέας, ικανός να χρησιμοποιεί με μεγάλη μαεστρία όλα τα σχήματα προκειμένου να επιτύχει το αποτέλεσμα που ήθελε, είναι γεμάτα από αναφορές στον Όμηρο, τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη. Οι επιστολές του είναι περισσότερο «κοσμικές» παρά εκκλησιαστικές, τόσο ως προς τους παραλήπτες, όσο και ως προς το περιεχόμενο. Ξεχωρίζουν μεταξύ των γραπτών του οι επιστολές προς τον βασιλέα της Βουλγαρίας, τον νεοφώτιστο Βόρη-Μιχαήλ, εκείνες προς τον πάπα της Ρώμης, Νικόλαο Α΄, τα παραινετικά του κείμενα προς τον νεαρό διάδοχο, Λέοντα Στ΄, τα κηρύγματά του για την πρώτη εμφάνιση των Ρώσων στα τείχη της Κωνσταντινούπολης (860) καθώς και η περιγραφή (έκφρασις) μιας νέας εκκλησίας που ανεγέρθηκε στα ανάκτορα, πιθανώς αυτής του Φάρου (864). Θερμός κατήγορος του filioque, ο Φώτιος συνέγραψε τον λόγο «Περὶ τῆς τοῦ ἁγίου πνεύματος μυσταγωγίας», έργο θεολογικό που συμπυκνώνει τις θεολογικές αρχές της Ορθόδοξης Εκκλησίας στο ζήτημα της εκπόρευσης του Αγίου Πνεύματος και αποτέλεσε στο Βυζάντιο αναφορά για κάθε δογματική συζήτηση περί filioque στο εξής. Τέλος, ίσως κορυφαίο έργο που αποδίδεται στον Φώτιο, η Εισαγωγή των νόμων, δημιουργήθηκε σύμφωνα με τις απόψεις των ερευνητών ως εισαγωγή στην μεγάλη κωδικοποίηση που σχεδίαζε ο Βασίλειος Α΄, αλλά τελείωσε και δημοσίευσε ο Λέων Στ΄. Ο Φώτιος χρησιμοποίησε για το έργο αυτό κυρίως την κείμενη νομοθεσία του Ιουστινιανού Α΄. Η Εισαγωγή όμως αποτελεί ένα ακόμα μεγάλο βήμα προς την παγίωση ενός κράτους δικαίου, καθώς αποδεσμεύει την απονομή δικαιοσύνης από το πρόσωπο του βασιλέα και ξεκάθαρα την αποδίδει στον Θεό, ως μοναδικής και αναμφισβήτητης πηγής του δικαίου, το οποίο διέπει κάθε ευνομούμενη πολιτεία. Στο πλαίσιο αυτό, ο αυτοκράτωρ είναι ο θεματοφύλακας της δικαιοσύνης, και ο πατριάρχης δίπλα του κατέχει την ανώτερη εξουσία σε ζητήματα εκκλησιαστικά και θρησκευτικά.
Ο Φώτιος πέθανε μετά το 893 και η μνήμη του εορτάζεται στις 6 Φεβρουαρίου, μολονότι δεν αγιοποιήθηκε από την ορθόδοξη Εκκλησία.
Φώτιος πατριάρχης
Βιβλιογραφία:
PmbZ, αρ. 6253· PmbZ 2, αρ. 26667· Dvornik, Photian schism· Hergenröther, Photius· Herlong, Kinship, 92-93· Kazhdan, Literature (850-1000), 7-41, 97-102· Hunger, Λογοτεχνία τ. Β΄, 415-417· Dvornik, Photius and Iconoclasm, 67-97· Ahrweiler, Photius, 348-363· Lemerle, Ουμανισμός, 154-183· Beck, Kirche, 520-529· ODB, 1669-1670· Moravcsic, Sagen und Legenden, 61-68· Tougher, Leo VI, 68-88· Markopoulos, Anonymous poem, 225-232· Markopoulos, Chapitres parénétiques, 469-479. Χριστοφιλοπούλου, Ιστορία τ. Β1, 219-234· Χριστοφιλοπούλου τ. Β2, 33-37· Lokin, The significance of law, 71-91· Μπουρδάρα, Καθοσίωσις, 38-43, 45-46.